Τετάρτη 8 Φλεβάρη 2012 |
ΕΚΤΑΚΤΟΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΙ
Να αποσυρθεί το νομοσχέδιο
Απάντηση στην «επιχειρηματολογία» του ΥΠΠΟΤ που εκχωρεί σε εργολάβους τις σωστικές ανασκαφές σε ιδιωτικά έργα, μέσω του νομοσχεδίου «Βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος» δίνει ο Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων (ΣΕΚΑ) και ζητά την απόσυρση του νομοσχεδίου.
Ο ΣΕΚΑ χαρακτηρίζει «απορίας άξιον» το γεγονός ότι το ΥΠΠΟΤ «προτιμά» «να αναθέσει στους ιδιώτες την επιλογή του προσωπικού των σωστικών ανασκαφών», έστω κι αν «οι Εφορείες Αρχαιοτήτων μπορούν να ασκούν βέτο κάθε φορά που η επιλογή προσωπικού δεν τις βρίσκει σύμφωνες», αντί να κατοχυρώσει θεσμικά την εφαρμοζόμενη - βάσει του αρχαιολογικού νόμου - πρακτική.
Επαναλαμβάνει ότι «έως τώρα, οι αρχαιολόγοι και το προσωπικό που απασχολείται σε σωστικές ανασκαφές, επιλέγονται από τις τοπικές Εφορείες Αρχαιοτήτων και υποδεικνύονται στους ιδιώτες, με κριτήρια όπως η κατάρτιση, η ανασκαφική εμπειρία, η γνώση της περιοχής, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των αρχαιοτήτων και η σωστική έρευνα να αποφέρει το καλύτερο δυνατόν επιστημονικό αποτέλεσμα». Ετσι, «η Αρχαιολογική Υπηρεσία διατηρεί έως τώρα τον απόλυτο έλεγχο και εξασφαλίζει την ακεραιότητα των εργαζομένων, αφού αυτοί προστατεύονται από τις πιέσεις ή τις απειλές των εργολάβων».
Ομως, με το άρθρο 8 του νομοσχεδίου, «αναθέτει στους εργολάβους - κατασκευαστές την επιλογή του αρχαιολογικού προσωπικού στις σωστικές ανασκαφές, χωρίς να ορίζονται κριτήρια ή ελάχιστα προσόντα, αλλά ανάλογα με το ποιος είναι οικονομικότερος ή με κριτήριο το ποιος δεν θα αντιτίθεται στα συμφέροντά τους». Σημειώνουν ότι αυτό αντιτίθεται στο Σύνταγμα και «καταστρατηγεί τον αρχαιολογικό νόμο (ν.3028/2002, άρθρο 37), που επιτάσσει ότι "για τη διενέργεια σωστικής ανασκαφής ορίζεται από την Υπηρεσία αρχαιολόγος που έχει τουλάχιστον τριετή ανασκαφική εμπειρία" και ότι κάθε σωστική ανασκαφή "διενεργείται από την Υπηρεσία", χωρίς να επιτρέπεται οποιαδήποτε παρέμβαση ιδιώτη, του οποίου τα συμφέροντα αντιτίθενται στην προστασία των αρχαιοτήτων».
Σχολιάζουν ότι «ένας ιδιώτης δεν ενδιαφέρεται για την ποιότητα της αρχαιολογικής εργασίας». Αντιθέτως, το συμφέρον του, αν εντοπιστούν αρχαιότητες, είναι να «"ξεμπλέξει" όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και οικονομικότερα με τις αρχαιολογικές εργασίες, ακόμα και εις βάρος των αρχαιοτήτων. Παραχωρώντας στους ιδιώτες τον καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του προσωπικού, εκχωρείται ταυτόχρονα ο έλεγχος και επί του αρχαιολογικού έργου, που ως τώρα ασκεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Πλέον αποκτούν θέση ισχύος που τους επιτρέπει να ασκούν πίεση και να εκβιάζουν με απόλυση τους εργαζομένους, προκειμένου να παρακαμφθεί η επιστημονική διαδικασία, εις βάρος της διαφύλαξης και προστασίας των αρχαιοτήτων. Προκειμένου ο ιδιώτης να μειώσει τα έξοδά του θα επιλέγει τον πιο φθηνό εργαζόμενο, καθώς δεν ορίζονται στη διάταξη κριτήρια ή βασικά προσόντα που πρέπει να διαθέτουν οι εργαζόμενοι».
Ο ΣΕΚΑ χαρακτηρίζει «απορίας άξιον» το γεγονός ότι το ΥΠΠΟΤ «προτιμά» «να αναθέσει στους ιδιώτες την επιλογή του προσωπικού των σωστικών ανασκαφών», έστω κι αν «οι Εφορείες Αρχαιοτήτων μπορούν να ασκούν βέτο κάθε φορά που η επιλογή προσωπικού δεν τις βρίσκει σύμφωνες», αντί να κατοχυρώσει θεσμικά την εφαρμοζόμενη - βάσει του αρχαιολογικού νόμου - πρακτική.
Επαναλαμβάνει ότι «έως τώρα, οι αρχαιολόγοι και το προσωπικό που απασχολείται σε σωστικές ανασκαφές, επιλέγονται από τις τοπικές Εφορείες Αρχαιοτήτων και υποδεικνύονται στους ιδιώτες, με κριτήρια όπως η κατάρτιση, η ανασκαφική εμπειρία, η γνώση της περιοχής, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των αρχαιοτήτων και η σωστική έρευνα να αποφέρει το καλύτερο δυνατόν επιστημονικό αποτέλεσμα». Ετσι, «η Αρχαιολογική Υπηρεσία διατηρεί έως τώρα τον απόλυτο έλεγχο και εξασφαλίζει την ακεραιότητα των εργαζομένων, αφού αυτοί προστατεύονται από τις πιέσεις ή τις απειλές των εργολάβων».
Ομως, με το άρθρο 8 του νομοσχεδίου, «αναθέτει στους εργολάβους - κατασκευαστές την επιλογή του αρχαιολογικού προσωπικού στις σωστικές ανασκαφές, χωρίς να ορίζονται κριτήρια ή ελάχιστα προσόντα, αλλά ανάλογα με το ποιος είναι οικονομικότερος ή με κριτήριο το ποιος δεν θα αντιτίθεται στα συμφέροντά τους». Σημειώνουν ότι αυτό αντιτίθεται στο Σύνταγμα και «καταστρατηγεί τον αρχαιολογικό νόμο (ν.3028/2002, άρθρο 37), που επιτάσσει ότι "για τη διενέργεια σωστικής ανασκαφής ορίζεται από την Υπηρεσία αρχαιολόγος που έχει τουλάχιστον τριετή ανασκαφική εμπειρία" και ότι κάθε σωστική ανασκαφή "διενεργείται από την Υπηρεσία", χωρίς να επιτρέπεται οποιαδήποτε παρέμβαση ιδιώτη, του οποίου τα συμφέροντα αντιτίθενται στην προστασία των αρχαιοτήτων».
Σχολιάζουν ότι «ένας ιδιώτης δεν ενδιαφέρεται για την ποιότητα της αρχαιολογικής εργασίας». Αντιθέτως, το συμφέρον του, αν εντοπιστούν αρχαιότητες, είναι να «"ξεμπλέξει" όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και οικονομικότερα με τις αρχαιολογικές εργασίες, ακόμα και εις βάρος των αρχαιοτήτων. Παραχωρώντας στους ιδιώτες τον καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του προσωπικού, εκχωρείται ταυτόχρονα ο έλεγχος και επί του αρχαιολογικού έργου, που ως τώρα ασκεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Πλέον αποκτούν θέση ισχύος που τους επιτρέπει να ασκούν πίεση και να εκβιάζουν με απόλυση τους εργαζομένους, προκειμένου να παρακαμφθεί η επιστημονική διαδικασία, εις βάρος της διαφύλαξης και προστασίας των αρχαιοτήτων. Προκειμένου ο ιδιώτης να μειώσει τα έξοδά του θα επιλέγει τον πιο φθηνό εργαζόμενο, καθώς δεν ορίζονται στη διάταξη κριτήρια ή βασικά προσόντα που πρέπει να διαθέτουν οι εργαζόμενοι».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου